Τόσο το coaching όσο και η ψυχοθεραπεία είναι πρακτικές οι οποίες έχουν αναπτυχθεί για να βοηθήσουν τον άνθρωπο να εξελιχθεί μέσω της αλλαγής της σκέψης, των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς του.
Και στις δύο περιπτώσεις, η αυτογνωσία αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό. Ο πελάτης είναι το κέντρο της συνεδρίας, καθώς δίνει το περιεχόμενο της συνεδρίας, ενώ ο ειδικός τη δομή της. Είναι αναγκαία, συνεπώς, μία σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ ειδικού και πελάτη.
Παρά τις ομοιότητες, το coaching και η ψυχοθεραπεία έχουν θεμελιώδεις διαφορές. Η βασικότερη διαφορά μεταξύ coaching και ψυχοθεραπείας είναι το αντικείμενο και το περιεχόμενο της συζήτησης. Μέσω του coaching ένας άνθρωπος αναγνωρίζει τις βαθύτερες ανάγκες και επιθυμίες του, θέτει στόχους πάνω σε αυτές, αλλάζει συνειδητά για να επιτύχει τους στόχους του και κατ’ επέκταση αυτού αλλάζει τη ζωή του. Το coaching εστιάζει στη λύση, στην ανάληψη δράσεων και στη στοχοθεσία, ενώ η ψυχοθεραπεία αναζητά τα αίτια ενός θέματος που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος, άρα περιστρέφεται γύρω από την ενδοσκόπηση και τον μεταβολισμό των συναισθημάτων. Συνεπώς, το coaching είθισται να επικεντρώνεται στο μέλλον, ενώ η ψυχοθεραπεία στο παρελθόν, με μικρές αποκλίσεις κατά περίπτωση. Γι’ αυτό, το coaching είναι πολύ πιο σύντομο ως παρέμβαση. Η συνήθης διάρκεια μιας coaching συνεργασίας, είναι από 10 έως 15 συνεδρίες. Αντίθετα, η ψυχοθεραπεία είναι συνήθως μακροχρόνια, με την μέση διάρκεια να είναι 2 με 3 χρόνια.
Σε βαθύτερα ποιοτικό επίπεδο, το coaching εστιάζει στην αύξηση των επιδόσεων και την ενίσχυση του λειτουργικού πλαισίου ενός ανθρώπου, ενώ η ψυχοθεραπεία εστιάζει στην αποκατάσταση της συναισθηματικής λειτουργικότητας ενός ανθρώπου. Συχνά, και ορθά, θα ακουστεί ότι το coaching ξεκινά εκεί που τελειώνει η ψυχοθεραπεία. Στη μεν περίπτωση του coaching, η αυτογνωσία αξιοποιείται ως αφετηρία της συνεργασίας καθώς οι στόχοι θέτονται από τον πελάτη, στη δε περίπτωση της ψυχοθεραπείας, η αυτογνωσία είναι το μέσον και ο προορισμός και οι στόχοι θέτονται από τον ειδικό, καθώς είναι θεραπευτικοί στόχοι.
Εν κατακλείδι, ανεξαρτήτως αν το άτομο απευθυνθεί στην ψυχοθεραπεία ή στο coaching ως λύση, το βασικότερο ζήτημα είναι η αποδοχή της αναγκαιότητας αναζήτησης βοήθειας. Ο πελάτης θα ωφεληθεί από αυτά μόνο αν θέλει πραγματικά να βοηθηθεί και να εργαστεί ως προς αυτή την κατεύθυνση ώστε να επιφέρει τις αλλαγές που επιζητά.
Βιβλιογραφία:
Πετράς, Χ. (2018). Η Τέχνη του Coaching. Εισαγωγή στη Θεωρία & Πρακτική της Coaching Ψυχολογίας. 2η Επαυξημένη Έκδοση. Αθήνα: iWrite.
Image by Freepik